Κάθομαι ώρες εδώ.
Στο διπλανό τραπέζι επαναλαμβάνεται μια λούπα: κάποιος έρχεται από τα δεξιά, με προσπερνά, κάθεται δίπλα μου από τα αριστερά και κοιτώντας μπροστά ξεκινά το μασούλημα. Άλλος τυρόπιτα, άλλος σπανακόπιτα, άλλη μπουγάτσα, όλοι κοιτούν στην αρχή ευθεία μπροστά τα λεωφορεία που περνούν,
μετά από λίγο μου ρίχνουν μια κλεφτή ματιά καθώς μπαίνουν στη διαδικασία να περιεργαστούν τους γύρω τους,
τρώνε, σκουπίζονται με τη χαρτοπετσέτα, ύστερα την τσαλακώνουν στο χάρτινο σακουλάκι, τα παρατάνε πάνω στο τραπέζι μαζί με τα ψίχουλα και σηκώνονται πάνε ευθεία στην πόρτα από όπου θα χαθούν για πάντα.
η θέση ελευθερώνεται για τον επόμενο.
Ο κύκλος (ας γελάσω) της ζωής. Κάποιος έρχεται, τρώει, πεθαίνει.
Το τραπέζι έχει πίσω τοίχο, αριστερά τοίχο και δεξιά εμένα, οπότε όλοι κάθονται παράλληλα προς τα μένα για να κοιτάνε έξω τα λεωφορία που περνουν. Προβλέψιμη ανθρώπινη συμπεριφορά που την καθοδηγεί το περιβάλλον. Η ροή της ζωης. Το ποτάμι που κυλά. Άλλος ένας ήρθε μόλις τώρα.
Κατά λάθος ρίχνει το άδειο ποτήρι μου του καφέ. Ζήτησε και συγνώμη. Το τυχαίο ενυπάρχει σε όλα τα συστήματα. Η θεωρία του χάους.
Στο ενδιάμεσο περνάει η καθαρίστρια, μαζεύει τ' απομεινάρια του προηγούμενου. Σκουπίζει τα ψίχουλα, ψάλλει και ένα επιμνημόσυνο τρισάγιο, ρίχνει χώμα, θεοσχωρέστον.
Στο τραπέζι μπροστά μου την πέφτει ένα γυφτάκι που πουλά χαρτομάντηλα και μαλακίες. Πλησιάζει την αποκρουστική κυρία και της τη λέει για λεφτά ή για τυρόπιτα. Εκείνη απαντά: ''μπαμπά δεν έχεις;'' -''όχι'', λέει το γυφτάκι, ''δεν έχω'' -''μαμά έχεις;'' ρωτάει η θείτσα. -''μαμά έχω'' απαντά το γυφτάκι. -''ε , ωραία πες τότε στη μάνα σου να σε τα'ί'σει''. Κρατάει σφιχτά στην αγκαλιά της την τσάντα της, έχει στον καρπό περασμένη μια πλαστική σακούλα και φορά σκουλαρίκια.
Γαμώ την παναγία σου ρε θείτσα..
Στ' άχτι
-
Κάθε φορά που αδειάζω το τασάκι ξαναγεννιέμαι Κανείς δεν σ΄αγαπά αν δεν σε
ξέρει μες τις στάχτες σου Ψάχνοντας βρήκα εσένα πριν, μετά εμένα Ανάμεσα
στο θαύ...
Πριν από 2 χρόνια
1 σχόλια:
σχόλιο στο περιθώριο...