Μια μεγάλη φιμέ τζαμαρία κάλυπτει από άκρη σε άκρη τον τελευταιο όροφο του Υπουργείου. Ο υπουργός, ένας άντρας γοητευτικός και καλοστεκούμενος στα 40 του χρόνια, κοίταζε με τα κιάλια του κάτω στο δρόμο. Εστίαζε απέναντι, στο ισόγειο το μπουφέ του καφενείου από όπου παράγγελναν καφέδες οι υπάλληλοί του. το ‘καλύτερο μουνί της γειτονιάς’, όπως είχαν βαφτίσει την κοπέλα που δούλευε στο καφενείο οι υπάλληλοι του υπουργείου, έπλενε κάτι φλυτζανάκια του ελληνικού . Ήταν μια καλλίγραμμη, ανατολικής καταγωγής, ψηλή γυναίκα με δύο ναζιάρικα μελαχρινά κοτσίδια πάνω από τα λεπτοσχηματισμένα αυτιά της. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή, το αφεντικό της περνώντας τάχαμου-τάχαμου αδιάφορος από δίπλα της, άπλωσε το χέρι του και της έπιασε λιγάκι τον κώλο. Εκείνη συνέχιζε την εργασία της σαν να μην είχε συμβεί τίποτα...
[η γένεση]
Ο υπουργός άφησε τα κυάλια πάνω στο γραφείο του. περπάτησε το μεγάλο δωμάτιο μονολογώντας.
- κάποιος πρέπει να σταματήσει επιτέλους την αδικία σ΄ αυτή τη χώρα. Κάποιος πρέπει να βάλει τέλος στην εκμετάλλευση. Τόσος κόσμος εκεί έξω ανυπεράσπιστος, τόσοι άνθρωποι που κάποιος τους πιάνει τον κώλο για ένα κομμάτι ψωμί.. δεν μπορώ να το επιτρέψω άλλο.
Έκανε μεταβολή και έριξε το γερακίσιο βλέμμα του στο χώρο. Προχώρησε αποφασιστικά προς το τηλέφωνο, πάτησε ένα πορτοκαλί κουμπί και είπε με την πιο στιβαρή του φωνή:
- Άλφρεντ, έλα μέσα που σε θέλω.
Δεν πρόλαβε να περάσει μία στιγμή και από την βαριά ξύλινη πόρτα που άνοιξε μπήκε ένας ασπρομάλλης με καλοσιδερωμένο φράκο, ο Αλφρεντ, ο πιστός του μπάτλερ.
- Τι επιθυμεί ο κύριος;
- Πέρνα μέσα πιστέ μου άλφρεντ. Χρειάζομαι τις συμβουλές και την βοήθειά σου, είπε ο υπουργός και ο Αλφρεντ έγνεψε.
Άκουσε να δεις Άλφρεντ, , αυτό που θα σου πω το σκέφτομαι από καιρό και είναι κάτι που πρέπει να μείνει ανάμεσά μας. Είναι κάτι πάνω από άκρως απόρρητο. Και σε τέτοια πράγματα ο μόνος που εμπιστεύομαι για να με βοηθήσει είσαι εσύ.
- Πάντα πιστός στις διαταγές σας αφέντη Μιχάλη, αποκρίθηκε ο Άλφρεντ χωρίς καμιά δουλικότητα στο ύφος του. Ήταν άλλωστε ο προσωπικός σύμβουλος του υπουργού από την εποχή του Σημίτη.
- Αλφρεντ, ξέρεις πόσο μου αρέσει να πολεμάω το έγκλημα. Όμως η επίσημη αστυνομία δεν είναι πάντα αποτελεσματική. Και ο κόσμος δεν έχει στους αστυνομικούς εμπιστοσύνη. Αυτό που χρειάζεται είναι ένας θαρραλέος εκδικητής, ένας τιμωρός του εγκλήματος, ένας διώκτης των παρανόμων, ένας υπερασπιστής των αδυνάτων. Και αυτό το βαρύ φορτίο θα το σηκώσω εγώ, κατέληξε ο υπουργός και το στήθος του φούσκωνε σαν να ετοιμαζόταν να σβήσει την τούρτα των γενεθλίων του Μαθουσάλα.
- Να με συγχωρείτε κύριε αλλά…
- Μην πεις τίποτα για να με σταματήσεις. Σου λέω το έχω σκεφτεί πολύ καλα. Θα πάρεις ρεπό μια εβδομάδα και θα μου ράψεις μια στολή, όπως ακριβώς θα σου πω. Μια στολή που να γεμίζει τρόμο την ψυχή κάθε εγκληματία εκεί έξω. Θέλω να ναι πράσινη και μπλέ. Ματατζίδικη. Και θαμπή για να κρύβομαι στα σκοτάδια. Μια στολή που θα είναι μόνο για έναν.
- ο αφέντης Μιχάλης θα αναλάβει δράση μόνος; Αυτό είναι ακρως επικύνδινο επιτρέψτε μου να σημειώσω. Εκεί έξω τα πράγματα είναι δύσκολα. Ο ορκισμένος εχθρός σας ο Καρατζατζόκερ μάλλον αυτό θα το δεί σαν ευκαιρία, είπε ανήσυχος ο ασπρομάλλης μπάτλερ.
- ο Καρατζατζόκερ.. επανέλαβε ψυθιρίζοντας ο Υπουργος, ενώ παρά τον χαμηλό τόνο της φωνής του φαινόταν έτοιμος να εκραγεί. Ο μεταναστοκυνηγός κλόουν.. Θα τον ξετρυπώσω και αυτόν ακόμα Άλφρεντ. Δεν θα επιτρέψω άλλες επιθέσεις σε μετανάστες, δεν θα ανεχτώ ένας κλόουν που δεν είναι καν αστείος να κάνει ό τι του καπνίσει σ’ αυτόν τον τόπο. Εγώ είμαι ο Υπουργός. Δεν μπορεί όποιος θέλει να απλώνει χέρι στους μετανάστες.
- πολύ καλά κύριε, είπε με φλέγμα ο άλφρεντ. Όπως ξέρετε παραμένω πάντα πιστός στις υπηρεσίες σας. Μόνο που θα επιθυμούσα να σας δώσω μια συμβουλή, θα πρέπει να λειτουργήσετε εντελώς undercover. Δεν γνωρίζουμε τι μπορεί να συμβεί Αν μαθευτεί ότι ένας υπουργός έγινε ο τιμωρός του εγκλήματος. Μην ξεχνάτε πως παρόλες τις καλές σας προθέσεις τίθεται και το ζήτημα της καταγωγής σας. Ακόμα και το ίδιο το όνομά σας μαρτυρά τη σχέση σας με το Κεφάλαιο: χρυσοχοΐδης, που σημαίνει αυτός που κατάγεται από τους χρυσοχόους. Πολλοί ισχυροι φίλοι σας ίσως δυσαρεστηθούν. Και ξέρετε πόσο δεν πρέπει να δυσαρεστούμε το Κεφάλαιο.
- Πιστέ μου Άλφρεντ έχεις απόλυτο δίκιο. Όμως μη νομίζεις πως δεν τα έχω σκεφτεί και αυτά. Έχουμε πρόγραμμα Άλφρεντ, όχι σαν τους άλλους. Θα μου φτιάξεις και μια μάσκα να φοράω για να μην με αναγνωρίζουν. Και εννοείται πως στη στολή μου δεν θα φέρω διακριτικά ούτε κανένα είδος ταυτότητας. Όπως σου είπα και προηγουμένως μόνο εσύ και εγώ θα γνωρίζουμε και κανείς άλλος. Μόνο που πρέπει να βρώ και ένα όνομα για αυτή μου την μεταμφίεση, κάτι σκοτεινό που να θυμίζει νύχτα και να σπέρνει τον τρόμο κάτι που να μπερδεύει όσους θελήσουν να μάθουν ποιος είναι ο μασκοφόρος ήρωας.
Οι δύο άντρες έμειναν να κοιτάζουν ο ένας τον άλλο σιωπηλοι. Δεκάδες πιθανά ονόματα περνούσαν από το μυαλό τους αλλά κανένα δεν φαινόταν πραγματικά ταιριαστό για την περίσταση. Τότε, σαν θεϊκό σημάδι ένα σμήνος αποπροσανατολισμένες νυχτερίδες έσπασαν με δύναμη τα μούτρα τους στην φιμέ τζαμαρία. Οι δύο άντρες τινάχτηκαν. Οιωνός.
- Αυτό είναι, είπε ο Υπουργός. Νυχτερίδες, bats, το βρήκα Άλφρεντ θα με ονομάσω batsman.
Τα μάτια του άλφρεντ άστραψαν, κάτι πήγε να πεί αλλά ο Υπουργός τον πρόλαβε.
- Όχι, άκυρο, μαλακία είναι το batsman, αλφρέντ. Καλύτερα κάτι πιο ελληνικό.
- Επιτρέψτε μου αφέντη Μιχάλη, είπε και ύψωσε τον δεξιό του δείκτη ο Άλφρεντ, αλλά πώς θα σας φαινόταν να ονομαζόσασταν ο ΠΡΟΣΤΑΤΗΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ;
- Άλφρεντ, είσαι ιδιοφυία!
Ένας άντρας τρέχει πάνω στις ταράτσες των πολυκατοικιών της μεγαλούπολης. Ένας άντρας ντυμένος σε φόρμα πράσινη και μπλέ, με μαυρα άρβυλα και μαύρη μάσκα. Ένας άντρας που θα βάλει τάξη σε μια κοινωνία ταξική που καταρρέει και παρακμάζει.
Το ολόγιομο φεγγάρι δεν τον φωτίζει. Κινείται στις σκιές. Είναι ο ΠΡΟΣΤΑΤΗΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ. Κοντοστέκεται, οσμίζεται τον αέρα: πρέπει να σταματήσει το έγκλημα. Αυτό που δεν κατάφεραν τόσοι και τόσοι είναι η δική του αποστολή. Η θέση του είναι στους δρόμους. Μέσα από την άχνα που βγάζουν τα νυχτερινά φρεάτια των οικοδομών πηγαινοέρχονται οι φιγούρες των πολιτών.
Από την άκρη μιάς ταράτσας κοιτάζει κάτω στο στενό δρομάκι. Το μάτι του πιάνει δύο άντρες να κρύβονται σαν να στήνουν σε κάποιον ενέδρα. Τους παίρνει φωτογραφία με το κινητό του και στέλνει mms στον Άλφρεντ. Η πρόσβαση στη βάση δεδομένων της αστυνομίας είναι παιχνιδάκι για τον μπάτλερ του Υπουργού. Η απάντηση έρχεται άμεσα. Πρόκειται για δύο αβγανούς που ανήκουν στο αβγανο-ρωσικο-νέγρικο συνδικάτο της βουλγάρικης μαφίας και τροφοδοτούν με ρευστό την διεθνή τρομοκρατία ληστεύοντας τον κοσμάκη. Ο ΠΡΟΣΤΑΤΗΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ σμίγει αποφασιστικά τα φρύδια του. Σε λίγο θα πρέπει να επέμβει.
Από την άλλη μεριά του στενού έρχεται μια ανυποψίαστη γριούλα. Στο ένα χέρι κρατά το μπαστουνάκι της και στο άλλο την τσαντούλα της. Τρία βήματα την χωρίζουν από το σημείο της ενέδρας. Τρία βήματα που θα μπορούσαν να είναι και τα τελευταία της. Η γριούλα κάνει το πρώτο βήμα. Σταματάει ένα λεπτό και φτιάχνει το τσεμπέρι της. Κάνει το δευτερο βήμα. Την κόβει το κρύο και σφίγγει το πανωφόρι της. Στο τρίτο βήμα της κόβει το δρόμο ένα ποντίκι που περνά από μπροστά της.
- Στο διάολο τρωκτικό.. λέει η καημένη η γιαγιούλα κοιτάζοντας το μικρό ζώο που έψαχνε κάπου να κρυφτεί.
- Ασε το τζαντα γκωλόγκρια, ακούγεται από πίσω της.
Γυρίζει να δεί ποιος είναι και εκείνη τη στιγμή μια δεύτερη φωνή ακούγεται από την άλλη κατευθυνση. Μια φωνή που μιλά μια ακατανόητη γλώσσα.
- Ασε το τζάντα, γρυλίζει πάλι ο Αβγανος και τραβά από την τσέπη του ένα μεγάλο κουζινομάχαιρο.
Η γριούλα βάζει όλες της τις δυνάμεις για να μην λιποθυμήσει. Καταλαβαίνει ότι πρόκειται να χάσει ό τι πολυτιμότερο της έχει απομείνει. Την πενιχρή σύνταξή της.
Ο Αβγανός της παίρνει την τσάντα και υψώνει το μεγάλο μαχαίρι απειλητικά. Το φώς του φεγγαριού κάνει την λεπίδα να γυαλίσει. Αν όμως κάποιος μπορούσε να κοιτάξει προσεκτικά, θα έβλεπε σ’ αυτό το καθρεπτισμα της λεπίδας ότι πισω του στεκόταν ο… ΠΡΟΣΤΑΤΗΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ !!
Με δύο άπιαστες από το μάτι κινήσεις καράτε αφοπλίζει τον εγκληματία και με μανία αρχίζει να τον ξυλοφορτώνει. Ο δευτερος τρέχει να βοηθήσει. Οι τρείς άντρες παλέυουν και γύρω τους σηκώνεται ένα σύννεφο σκόνης. Τα μπουκέτα πέφτουν βροχή. Η γριά στριγκλίζει αλλά η φωνή της χάνεται στη νυχτερινή φασαρία των Αθηνών..
Όταν καταλαγιάζει η σκόνη οι εγκληματίες βρίσκονται δεμένοι πισθάγκωνα και ο ΠΡΟΣΤΑΤΗΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ απλώνει το χέρι για να επιστρέψει στη γιαγιούλα την τσάντα με την πολύτιμη σύνταξη.
- Α, να σ’ καλά παλικάριμ’ είπε μ ευγνωμοσύνη η γριούλα. Μέσωσες τη σύνταξ’.
- Μπορείς να κυκλοφορείς άφοβα στους δρόμους γιαγιακα, είπε ο μασκοφόρος άντρας. Είμαι ο ΠΡΟΣΤΑΤΗΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ και έχω έρθει για να δώσω τέλος σε όλες τις παράνομες δραστηριότητες σ’ αυτό τον τόπο.
- Μπράβο πιδίμ’. Πουώς να στου ξεπληρουσωου δεν ξέρου..
- Είσαι πολύ τυχερή που σε έσωσα αλλά το μόνο που μου χρωστάς να διαδώσεις πως η δημοκρατία μας δεν μένει απροστάτευτη όσο κυκλοφορεί ο ΠΡΟΣΤΑΤΗΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ!!
- Αχ, πιδάκι μ’, την ευχημουναχεις, κι ίσι τουοσο γιναίους… μωρέ κάποιον μι θυμίζς… α, σι καταλαβ’ ποιους ίσι συ α, είπε η γριούλα με ένα λαμπερό χαμόγελο.
- Με..- κατάλαβες; Ρώτησε ταραγμένος ο μασκοφόρος άνδρας,
- Νι βρε. Ο Πανίκας ο Ψουμιάδης διν ίσι; Αγόριμ ο θιόσνασιβλιέπ’. Από τη μάσκας σι γνουώρισα. Πάλι ζουρό ντυθηκες για τις απόκριες;
- Ψωμιάδης; Ζορό; Απόκριες;
Η νύχτα είχε ήδη τελειώσει και ο ΠΡΟΣΤΑΤΗΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ δεν μπορούσε να το χωνέψει. Του έπαιρνε τη δόξα ο Ψωμιάδης. Στην οθόνη της τηλεόρασης, στο κρυσφήγετό του τέσσερα υπόγεια κάτω από το υπουργικό μέγαρο παρακολουθούσε την εκπομπή του Αυτιά.
Ζωντανά στο στούντιο η γριούλα που σώθηκε από το μασκοφόρο Ψωμιάδη. Ο ίδιος ο Ψωμιάδης σε τηλεφωνική επικοινωνία είχε μόλις παραδεχτεί πως απλά έκανε το χρέος του και ζητούσε από τους πολίτες να υποστηρίξουν το δημοψήφισμα του λάος και να αναλάβουν δράση ενάντια στους εγκληματίες-μετανάστες γενικώς.
Ο Υπουργός ένοιωθε διπλά προδωμένος. Οι πράξεις του είχαν φέρει απροσδόκητα αποτελέσματα. Και αυτός ο Ψωμιάδης με τα όσα έλεγε ήταν σίγουρα φερέφωνο του Καρατζατζόκερ.
Πίσω από την πλάτη του ακούστηκε η φωνή του Άλφρεντ.
-μάλλον πως ήταν κακή ιδέα να φορέσετε μάσκα αποκριάτικα κύριε, είπε στον Υπουργό
-έχεις δίκιο Άλφρεντ, όμως δεν πρόκειται να με σταματήσει αυτό. Θα βγώ και αύριο. Να μου ετοιμάσεις ένα άσπρο κράνος αντί για μάσκα. Και να σου πω: φέρε μου και κανένα γκλόμπ από την αποθήκη γιατί από τα πολλά μπουκέτα μάλλον έσπασα το χέρι μου.
[δεν συνεχίζεται…]
2 σχόλια:
σχόλιο στο περιθώριο...