Ο Παντελής Χασέας σκύβοντας για να μαζέψει ένα άδειο τενεκεδάκι αναψυκτικού κάτω από κάποιο παγκάκι διαπίστωσε για άλλη μια φορά πόσο τον ενοχλούσε η μέση του. «ένα καλό τρίψιμο θα ήταν ό τι πρέπει» σκέφτηκε και στο νού του ξαναγύρισε η (πρώην;) γυναίκα του. παρόλο που είχε δακρύσει τόσες φορές με τη σκέψη της, δεν κατάφερε ούτε τώρα να συγκρατήσει τα μάτια του. το τενεκεδάκι αφησε κι εκείνο μια υγρή σταγόνα να βγεί από μέσα του (ίσως από συναισθήματα συμπαράστασης) καθώς διέγραφε μια όμορφη τροχιά στον αέρα φεύγοντας από το χέρι του και καταλήγοντας στην πλαστική σακούλα του Χασέα.
μέρα 1500
Ο 40χρονος ρακοσυλλέκτης(ß φράση από δελτίο ειδήσεων) σηκώθηκε όρθιος. Κοίταξε γύρω του τα αυγοειδή κτήρια, κοιταξε τους ανθρώπους που διεσχιζαν το πεζοδρόμιο, κοίταξε τα οχήματα που ανεβοκατέβαιναν την κεντρική αρτηρία. Η γαλήνη στην πόλη έρχεται από την αδιάκοπη κίνησή της, την συνεχή ρουτίνα της. Ένα λεωφορίο σταματάει πιο κει-
Εισπνοή (ο Χασέας) Αποβίβαση (οι επιβάτες) Εκπνοή (ο Χασέας) Επιβίβαση (οι νέοι επιβάτες) Εμοιαζε σαν να ρουφούσε έξω από το λεωφορείο τους παλιούς επιβάτες και ξεφυσώντας τοποθετουσε τους νέους μέσα. Αυτό ήταν το αγαπημένο παιχνίδι του τα τελευταία 5 χρόνια που ζουσε στους δρόμους. Όταν έκλειναν οι πόρτες πάντα σήκωνε και το χέρι του και χαιρετούσε. Καμιά φορά κάποιος από αυτους που είχαν μολις μπει τον έβλεπε να χαιρετά δια του παραθύρου. Ίσως τον κοίταζαν προσπαθώντας να καταλάβουν αν πρόκειται για κάποιον γνωστό τους που δεν πρόλαβε να επιβιβαστεί και αυτός. Μόνο μια φορά μια κοπέλα (έμοιαζε με κινέζα αλλά δεν ήταν) του χαμογέλασε. Σήμερα όμως το υψωμένο χέρι του Χασέα δεν χαιρετούσε κανέναν άλλο εξόν του λεωφορείου που εφευγε. Ήταν εκείνη ακριβώς τη στιγμή που το λεωφορείο ξεκινούσε και το χέρι του χασέα παρέμενε στην ανάταση όταν ακούστηκε τόσο αναπάντεα όσο και κοντά του ένας πυροβολισμός που έκανε όους τους περαστικούς αλλά και τον ίδιο τον Χασέα να πέσουν στο πάτωμα.
Ένας από εκείνους που μόλις είχαν κατέβει από το λεωφορείο είχε μείνε όρθιος μέσα σε κύκλο από πτώματα. Σαν να τους είχε πετύχει όλους η σφαίρα που έφυγε προς τα σύννεφα. Κοίταζε και αυτός προς την κατεύθυνση του λεωφορείου που εφευγε και το χέρι του είχε μείνει σηκωμένο σαν να χαιρετούσε. Το ίδιο χέρι έσφιγγε το καπνισμένο όπλο.
Ο Χασέας δεν είναι κανένας αγαθός ή αφελής τύπος. Αντίθετα τον διακρινει η ταχύτητα με την οποία σκέφτεται. Αυτός ο άνθρωπος με το πιστόλι είχε μόλις προκαλέσει ένα μικρό πρόβλημα, μια αναταραχή που διέκοπτε την ομαλή λειτουργία της πόλης. Μια μικρή κρίση που ο Χασέας θα την έκανε ευκαιρία.
«καθόλου καλό γι αυτόν» σκέφτηκε ο Χασέας και τινάχτηκε όρθιος. Μεμιάς αρπά το πιστόλι από το χέρι του κοκκαλομένου μοναχικου cowboy. Γύρω τους οι περαστικοί κάνουν και αυτοι να σηκωθούν. Ο Χασέας όμως σηκώνει το χέρι και δοκιμάζει την σκανδάλη. Αμέσως μετά τον χαρακτηριστικό ήχο πέφτουν όλοοι ξανα κάτω συγχρονισμένοι σα μουσουλμάνοι σε τέμενος. Μόνο ο τύπος δίπλα έχει παραμείνει όρθιος σε αφασία, με το χέρι ψηλά σαν να χε ρίξει εκείνος και την δεύτερη πιστολιά. Ο χασέας σχεδόν δεν πρόλαβε να απορήσει. Ενστικτωδώς τραβά τον τύπο από το μανίκι του χεριού που κρεμόταν και ξεκινά να τρέχει όσο πιο γρήγορα μπορεί. Οι δυό τους στρίβουν στη γωνία φευγάτοι και εξαφανίζονται. Οι περαστικοί σιγά σιγά σηκώθηκαν- ο καθένας τους μπορούσε πλέον να συνεχίσει την πορεία του. το μικρό λάθος στο σύστημα είχε μόλις επιδιορθωθει.
0 σχόλια:
σχόλιο στο περιθώριο...