μερα -3
…του αρκούσε να περιμένει στριμωγμένος στα κεφάλια μας, ψιθυρίζοντας την ιστορία του πιο στριμωγμένος στην πλαστική αυγοθήκη του, πιο μέρες να περιμένει να βάλει φωνές, να ξεφυσήσει το οξυγόνο μας, να κουνήσει την οβάλ σιλουέτα του μέσα από το σκοτεινό χέρι του σοδόμιου, μα…
….μάταια.
…μάταια να μετακινούμαι ακίνητος στην άβολη θέση του χρεωμένου για τα υπόλοιπα δύο χρόνια της ζωής μου αυτοκίνητο, κι απ το παρμπρίζ μου ένας στύλος να γίνεται στυλό, με το οποίο αργότερα θα σκάλιζα την ιστορία του.
….μάταια.
…μάταια να μετακινούμαι ακίνητος στην άβολη θέση του χρεωμένου για τα υπόλοιπα δύο χρόνια της ζωής μου αυτοκίνητο, κι απ το παρμπρίζ μου ένας στύλος να γίνεται στυλό, με το οποίο αργότερα θα σκάλιζα την ιστορία του.
οδηγώντας
“εεεει” μια σκιά από φθηνό πλαστικό αυγοθήκης στρογγυλοκάθισε στα αυτιά μου.
“εεεει” άρχισε να ψιθυρίζει, αρχικά δειλά, και μάλλον κάπως απροσδιόριστα να απαγγέλει λέξεις, να φτύνει συλλαβές, να ξερνάει γράμματα, να υψώνει ανάστημα, να ξανακάθεται, νευρικά και άλλοτε ανήσυχα, σαν να μην είχε το θάρρος, ίσως να μην το χε πάρει και απόφαση.
“εεεει”
Και μετά σιωπή
Φανάρια και δέντρα στο δρόμο μου
“εεεει”
πάλι σιωπή
“ΛΕΞΕΙΣ”, φώναξε λιγότερο δειλά
“ΟΒΑΛ” ξαναφώναξε
Ύστερα σιωπή και μετά αυτός ο επανωτός συρφετός από συλλαβές και γράμματα και ξεράτ@#$%^&&^@%^$$#$$@^&*@&****&&@&@^^@^@^@&&****&#^%#%#&@()##(#)_+@)#*#&^^#*(#_)@_()*#)_*#(#&&#^^@*(()(()_#(&#()_@_)(*_)#*&#(&)&(^^&*#*(@(**&^@^^#*#***()@_++@_)@*&#&^^%%$%&^*@(@__)*#(&(^&#**%#&#$@^&$
όχι πως καλοκαταλάβαινα το νόημα, όχι πως είχε και σημασία.
ήταν σαν αυτή τη δυσάρεστη ευχαρίστηση του να αναγνωρίζεις τις σκέψεις, τις αγωνίες σου, τα συναισθήματα σου, στα λόγια και στις λέξεις άλλων.
ήταν όλο αυτό το μπουρδούκλωμα που όπλιζε το στόμα του να πυροβολεί όλα αυτά τα ακατανόητα σύμβολα και γράμματα, δεν μπορεί να χε άδικο
κάτι ψιθύρισε #*(#_)@_()*#)_*#
κι ύστερα
“ΑΙΙΙΙΓΥΠΤΟΣΣΣΣΣ”
πυροβόλησε
“εεεει” μια σκιά από φθηνό πλαστικό αυγοθήκης στρογγυλοκάθισε στα αυτιά μου.
“εεεει” άρχισε να ψιθυρίζει, αρχικά δειλά, και μάλλον κάπως απροσδιόριστα να απαγγέλει λέξεις, να φτύνει συλλαβές, να ξερνάει γράμματα, να υψώνει ανάστημα, να ξανακάθεται, νευρικά και άλλοτε ανήσυχα, σαν να μην είχε το θάρρος, ίσως να μην το χε πάρει και απόφαση.
“εεεει”
Και μετά σιωπή
Φανάρια και δέντρα στο δρόμο μου
“εεεει”
πάλι σιωπή
“ΛΕΞΕΙΣ”, φώναξε λιγότερο δειλά
“ΟΒΑΛ” ξαναφώναξε
Ύστερα σιωπή και μετά αυτός ο επανωτός συρφετός από συλλαβές και γράμματα και ξεράτ@#$%^&&^@%^$$#$$@^&*@&****&&@&@^^@^@^@&&****&#^%#%#&@()##(#)_+@)#*#&^^#*(#_)@_()*#)_*#(#&&#^^@*(()(()_#(&#()_@_)(*_)#*&#(&)&(^^&*#*(@(**&^@^^#*#***()@_++@_)@*&#&^^%%$%&^*@(@__)*#(&(^&#**%#&#$@^&$
όχι πως καλοκαταλάβαινα το νόημα, όχι πως είχε και σημασία.
ήταν σαν αυτή τη δυσάρεστη ευχαρίστηση του να αναγνωρίζεις τις σκέψεις, τις αγωνίες σου, τα συναισθήματα σου, στα λόγια και στις λέξεις άλλων.
ήταν όλο αυτό το μπουρδούκλωμα που όπλιζε το στόμα του να πυροβολεί όλα αυτά τα ακατανόητα σύμβολα και γράμματα, δεν μπορεί να χε άδικο
κάτι ψιθύρισε #*(#_)@_()*#)_*#
κι ύστερα
“ΑΙΙΙΙΓΥΠΤΟΣΣΣΣΣ”
πυροβόλησε
0 σχόλια:
σχόλιο στο περιθώριο...