Εγκλωβισμένος σε αυτήν του, την ιδιότυπη φυλακή.
-πεθαίνω
έλεγε και ξανάλεγε
-πεθαίνω κάθε δέκα λεπτά,
πεθαίνω και ξαναγεννιέμαι επί τρία
κοίταξε πάλι γύρω του,
ένας φτηνός μουσαμάς, μια κουβέρτα, δυο τρία συμπράγκαλα, που ζητιάνεψε, δούλεψε φτύνοντας τον εγωισμό του στους συνπεθαμένους γύρω του.
σταμάτησε να κοιτάζει
άρχισε να μετράει αγκομαχώντας από μέσα του
1…2…3…
Πλησίαζε η ώρα
5…6…7…
Μια ζωή, δέκα λεπτά ολόκληρα, περιμένοντας ένα θάνατο, που θα ξαναμοίραζε το παιχνίδι στα τρία
15…16…17…
Άλλη μια σκέψη, και μετά πάλι τίποτα
και πάλι μέτρημα
451…452… τέλος
Κοιταχτήκαν, ολόιδιοι, ξαναγεννημένοι, ξαμολημένοι σε αυτήν τους την δεκάλεπτη αιωνιότητα
-ήρθε η ώρα σας
τους ετοίμασε, τους έδωσε οδηγίες και με ένα νεύμα τους έδειξε την έξοδο
Ξανακοιτάχτηκαν, αγκαλιάστηκαν ξαναποχαιρετιστήκαν
Ξανάμεινε μόνος
ακόμα τρία λεπτά
να ξανασκεφτεί, ακόμα ένας απολογισμός
δυο τρεις κλεφτές ματιές
…178…179…180…τελος
0 σχόλια:
σχόλιο στο περιθώριο...